Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012
Η κρίση του Πολιτισμού*
Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012 by Unknown
Σωτήρης Γουνελάς
Επειδή βρισκόμαστε, όμως, εν μέσω... Ευρωπαϊκής Κοινότητος (και μιας πρωτοφανούς οικονομικής κρίσεως) και, για να συνδέσω όλη αυτή την «εισαγωγική σύνθεση» με τη σημερινή πραγματικότητα, θα παραθέσω εδώ ένα απόσπασμα από κείμενο του γάλλου Αντρέ Ζίντ. Μέσα από τα λεγόμενα του θα κατανοηθούν καλύτερα ως ένα βαθμό τα όσα λέγονται εδώ. Το κείμενο γράφτηκε στα 1923 με τον χαρακτηριστικό τίτλο Το Μέλλον της Ευρώπης. Μιλώντας μ' έναν κινέζο διπλωμάτη ο Ζίντ τον ακούει να του λέει:
«... ο πολιτισμός σας, χωρίς αμφιβολία, ανέβασε τον άνθρωπο πιο ψηλά άπ' όσο είχαμε ποτέ σκεφτεί ότι μπορούσε ν' ανέβει -υπό την έννοια της τεχνικής, αν μη τι άλλο-, κι έχετε δίκιο να πιστεύετε ότι αυτό άξιζε λίγες ρυτίδες. Το γεγονός πού με εκπλήσσει είναι ότι ή θρησκεία σας, αυτή τουλάχιστον πού ασκείτε, ο καθολικισμός, ο χριστιανισμός σας δίδασκε τελείως άλλα πράγματα. Ο Χριστός δεν σας είπε επανειλημμένως ότι η ευτυχία γεννιέται με την άρνηση αυτού από το oποίο ακριβώς θ' αντλούσατε τη μεγαλύτερη δόξα και για το οποίο τόσο βασανίζεστε; Αυτή η κατάσταση παιδικότητας στην οποία επιμένει να σας επαναφέρει αυτή η άμεση και διαρκής ικανοποίηση, είναι εκείνη ακριβώς μέσα στην οποία ζούμε εμείς οι Κινέζοι, και πού τόσο λίγο γνωρίζουν οι κάτοικοι του δικού σας κόσμου, ακόμη κι αυτοί πού αυτοαποκαλούνται Χριστιανοί.
- Αυτό ακριβώς είναι πού έχει κατανοήσει η Εκκλησία, του είπα, και γι' αυτό αντιτάσσει στους νεωτερισμούς και στις μεταρρυθμίσεις, το σεβασμό και την αγάπη στην παράδοση και στο παρελθόν.
-Δε νομίζετε, συνέχισε, ότι όλα τα σημερινά δεινά της Ευρώπης προέρχονται από το γεγονός ότι, ενώ επέλεξε τον πολιτισμό, μένει προσκολλημένη σε μια θρησκεία πού τον αρνείται; Με ποιο τέχνασμα καταφέρνετε να συμφιλιώνετε αυτά τα δύο; Ζείτε σε μια κατάσταση συμβιβασμού· η ίδια η Εκκλησία, για να μη χάνει ούτε την επαφή, ούτε τη λεία, πειθαναγκάζεται να συνθηκολογεί υποχρεώθηκε να αναγνωρίσει όλη την εξέλιξη του πνεύματος, πράγμα πού την απομακρύνει όλο και περισσότερο από το γνήσιο πνεύμα του Ευαγγελίου. Αλλά από τη στιγμή πού ο χριστιανισμός δεν αρκέστηκε να φέρει στον κόσμο ένα σύστημα ηθικής, όπως έκαναν οι μεγάλοι μας σοφοί στην Ανατολή, άπ' τη στιγμή πού επέβαλε δόγματα, πού απαίτησε πίστη στα δόγματα, θρησκευτική πίστη, και ζήτησε από τη λογική να υποταχθεί σ' αυτά, συναινούσε ταυτόχρονα στη σύγκρουση. Αν η λογική αντιταχθεί στο δόγμα -και νομίζω πώς αυτό ακριβώς συμβαίνει (αφού, αν δεν αντιτασσόταν, γιατί να απαιτείται Πίστη, εκεί όπου η απλή λογική και η ορθή σκέψη θα αρκούσαν)- η Εκκλησία αναγκάζεται να προσαρμοστεί στη λογική. Απ' αυτό ακριβώς είναι πού προφυλάχθηκαν ο Λάο-Τσέ, ο Κομφούκιος κι ο Σάκια-Μούνι, με το να αποφύγουν να στηρίξουν τη διδασκαλία τους σε μια βάση την οποία η λογική δεν θα προσέγγιζε παρά μόνο ως εχθρός, με το να μην την στηρίξουν σε τίποτα το υπερφυσικό και τέλος, με το να μη διαχωρίσουν ποτέ την ηθική άπ' τη σοφία, ούτως ώστε, σε μας, ο πιο ενάρετος είναι ταυτόχρονα κι ο πλέον ορθολογιστής. Χάρη σ' αυτό, την ευδαιμονία πού εσείς ανάγετε στον ουρανό, εμείς την πραγματώνουμε στη γη.
Ταξίδεψα πολύ. Είδα μουσουλμάνους, βουδιστές… Είδα παντού τα ήθη, τους θεσμούς, την ίδια τη μορφή της κοινωνίας, όλα φτιαγμένα σύμφωνα με τις θρησκευτικές δοξασίες, ναι, παντού· εκτός από τις χριστιανικές κοινωνίες. Το γεγονός ότι η θρησκεία πού λέει στους ανθρώπους: «Για ποιο πράγμα ανησυχείτε;», πού τους διδάσκει να μην κατέχουν τίποτα πάνω στη γη, ν' αλληλοβοηθούνται, ν' άλληλοαγαπιώνται, να μην επιθυμούν ποτέ να προσθέσουν ένα δάχτυλο στο ανάστημα τους και να στρέφουν το δεξιό τους μάγουλο σ' αυτόν πού τους χτύπησε το αριστερό, είναι εκείνη ακριβώς πού διαμόρφωσε τους πιο ανήσυχους λαούς, τους πιο πλούσιους, τους πιο μορφωμένους, τους πιο πολιτισμένους (όλα, μορφές πλούτου), τους πιο επιτήδειους, πολυμήχανους, εφευρετικούς, τους πιο ραδιούργους, ενεργητικούς και θορυβώδεις, συνεχώς κατειλημμένους από την επιθυμία να φουσκώσουν και να μεγαλώσουν, αυτούς εν τέλει τους λαούς για τους οποίους εκείνο πού εσείς ονομάζετε τιμή είναι το πιο ερεθιστικό κι αντιτίθεται απόλυτα στη συγγνώμη και την άφεση... δεν συμφωνείτε ότι υπάρχει σ' αυτό κάτι το παράξενο, μια παρεξήγηση, μια απάτη, εν πάση περιπτώσει, κάτι το ασύμφωνο πού σας οδηγεί στη χρεωκοπία ;
-Νομίζω, τόλμησα να πω, πώς υποψιάζομαι την κρυφή αίτια αυτής της ανακολουθίας πού τόσο σας εκπλήσσει, αλλά και την οποία εμείς έχουμε τόσο συνηθίσει ώστε να μη μας κάνει πλέον την παραμικρή εντύπωση: είναι το ότι, παρόλο πού φαίνεται εκ πρώτης όψεως, ο χριστιανισμός (κι ό καθολικός κάπως λιγότερο από τον προτεσταντισμό) είναι ένα σχολείο ατομικισμού· ίσως το τελειότερο σχολείο ατομικισμού πού ο άνθρωπος εφεύρε μέχρι σήμερα».*
Βέβαια το κείμενο αυτό δεν είναι ανάγκη να το πάρει κανείς τοις μετρητοίς. Ο Ζίντ είναι κάπως παιδί του Νίτσε και ο Νίτσε, όσο κι αν θέλουμε να τον διαβάσουμε θετικά ή να βρούμε ουσιαστικές πλευρές στο έργο του, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πολέμιος μιας ολόκληρης παράδοσης. Ωστόσο, φαίνεται στο κείμενο αυτό ή σταδιακή παρέκκλιση ή παραμόρφωση ή διαστρέβλωση του Ευαγγελικού μηνύματος, παρέκκλιση πού σταδιακά οδήγησε τους λαούς στην απώλεια του Νοήματος της Ενανθρώπησης και της Εκκλησίας ή αν θέλετε του Μυστηρίου της Ζωής, όπως μας το παρέχει η Ορθόδοξη Εκκλησία και η Πατερική θεολογία της και όπως το 'ξεραν, αν δεν το ζούσαν, μέχρι το Μεσαίωνα. Έχει σημασία ότι το κείμενο αυτό γράφεται από άνθρωπο πού δεν αρεσκόταν στους εθνικισμούς, είχε πλατειά εμπειρία του κόσμου και γενικά του δυτικού πολιτισμού, γνώριζε τον Χριστιανισμό -τουλάχιστον τον δυτικό- και μη οντάς θεολόγος μιλάει μια αμεσότερη γλώσσα, πού σχετίζεται βέβαια με την όλη διαμορφωμένη κατάσταση και τον προβληματισμό στην Ευρώπη των αρχών του 20ου αιώνα.
Η περίπτωση του Ζίντ δεν είναι η μόνη. Στις αρχές του αιώνα σημαντικοί στοχαστές στη Δύση άρχισαν να παίρνουν κριτική στάση απέναντι στην πορεία του νεώτερου πολιτισμού και αμφισβήτησαν πολλά από τα αυτονόητα ή ακλόνητα δεδομένα του. Ανάλογα με τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και χαρίσματα του, ό καθένας τους είχε και διαφορετική θέση ή τρόπο για να αναπτύξει την αμφισβήτηση του, την κριτική του ή την πρόταση του. Αραδιάζω μια σειρά ονόματα: Ρενέ Γκενόν, Ά. Τόϋμπι, Θ. Έλιοτ, Έζρα Πάουντ, Μίγκουελ Ουναμούνο, Όρτέγκα. Υ. Γκασσέτ, Σιμόνη Βέϊλ, Μ. Χάϊντεγγερ, ενώ από δίπλα, στην καρδιά της Ευρώπης, στο Παρίσι, οι Ρώσοι της Διασποράς (Μπερντιάγεφ, Φλωρόφσκυ, Ευδοκίμωφ, Σμέμαν, Μάγιεντορφ), διασταύρωναν την ρωσική Χριστιανικότητα με τον «Ευρωπαϊκό Μηδενισμό» (Νίτσε) και τις ποικίλες αμφισβητήσεις που είχαν αρχίσει να ξεπροβάλλουν στο ευρωπαϊκό στερέωμα.
*Περιοδικό Το Δέντρο, Καλοκαίρι 1993, τ. 77-78, σσ. 12-13 ,«Η κρίση του Πολιτισμού», Εκδόσεις Αρμός,1997, σελ. 21-25
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 Responses to “Η κρίση του Πολιτισμού*”
Δημοσίευση σχολίου